Παρ’όλο που η δυναμική και η αναγκαιότητα της διαδικτυακής παρουσίας είναι σχετικά πρόσφατη (τα τελευταία 10-15 χρόνια), αυτό δεν σημαίνει πως δεν είναι σημαντικές. Αντίθετα, είναι εύκολο να διαπιστώσει κάποιος πως η διανομή των περισσότερων προιόντων (ιδιαίτερα σε συγκεκριμένες κατηγορίες αγαθών) στρέφεται προς το ηλεκτρονικό εμπόριο, είτε αυτό το προιόν είναι π.χ. μια φωτογραφική μηχανή είτε ένα δωμάτιο ξενοδοχείου.
Η Expedia δημιουργήθηκε μόλις το 1996, και μάλιστα σαν παρακλάδι της Microsoft, ενώ σαν αυτόνομη εταιρεία υπάρχει από το 1999. Το 2004 αγόρασε την Tripadvisor για 400 εκ. Δολλάρια, ενώ το 2013 αγόρασε το 62% της Trivago. Αντίστοιχα, η Priceline Group (Booking.com κλπ) αγόρασε το 2014 την cTrip, ενώ νωρίτερα το 2012 είχε αγοράσει την ΚΑΥΑΚ, και αυτές είναι μόνο λίγες από τις αλλαγές και τις αγορές που έχουν πραγματοποιηθεί πρόσφατα. Ενδεικτικό του μεγέθους κάποιων εταιρειών που προαναφέρθηκαν σε σχέση με άλλα, παλαιότερα brand του χώρου είναι πως για παράδειγμα, αυτή τη στιγμή η Priceline Group αξίζει περισσότερο από ότι η Hilton, η Marriott, η Choice, η Wyndham και η Accor μαζί! Αντίστοιχα, η Airbnb, ενδεχομένως ο μεγαλύτερος πάροχος διαμονής στον κόσμο αυτή τη στιγμή δεν έχει στην ιδιοκτησία της κανένα κατάλυμα. Επομένως γίνεται κατανοητό πως αρκετές φορές οι «ενδιάμεσοι» αξίζουν περισσότερο από το τελικό προϊόν και brand.
Ιδανικά, ένα ξενοδοχείο διαθέτει το προϊόν του απευθείας στον πελάτη μέσω της δικής του ιστοσελίδας, πρακτικά όμως ένα μόνο κανάλι δεν είναι αρκετό. Επομένως, οι μεταπωλητές του ξενοδοχειακού προϊόντος κρίνονται απαραίτητοι. Από την άλλη, όσο περισσότεροι ενδιάμεσοι μεταπωλητές υπάρχουν, τόσο πιο δύσκολο να γίνεται για το ξενοδοχείο να ελέγξει που, πως, σε ποιον και σε τι τιμή πωλείται το δωμάτιό του. Αν για παράδειγμα το ξενοδοχείο διαθέτει το δωμάτιο μέσω κάποιου GDS από το οποίο μπορεί να πάρει τιμές κάποιος tour operator και είτε να το μεταπωλήσει στον πελάτη, είτε να προχωρήσει σε κάποια προσφορά/flash sale, είτε να το δώσει σε κάποιο ταξιδιωτικό γραφείο και αυτό να το πουλήσει στον πελάτη, γίνεται κατανοητό πως τα πράγματα περιπλέκονται αρκετά.
Σε περίπτωση που το ξενοδοχείο διαθέτει τα δωμάτιά του μέσω κάποιου ΟΤΑ (πχ Booking.com), τότε η τελική τιμή δεν αλλάζει, καθώς την ορίζει το ξενοδοχείο και το εκάστοτε ΟΤΑ την προβάλλει/πουλάει στον πελάτη. Το ξενοδοχείο λοιπόν εξακολουθεί να έχει τον έλεγχο (αν και χάνει ποσοστό κέρδους από την προμήθεια) καθώς η πληρωμή (προμήθεια) προς τον μεταπωλητή αφαιρείται από την τελική τιμή πώλησης. Επίσης, εφόσον το δωμάτιο του ξενοδοχείου είναι μέρος κάποιου πακέτου που περιέχει και άλλες υπηρεσίες (πχ μεταφορές, εισητήρια κ.ά.) τότε δεν υπάρχει τρόπος να διαπιστωθεί σε ποια τιμή πωλείται το δωμάτιο, επομένως δεν υπάρχει και η δυνατότητα να διαπιστωθεί αν (και πως) επηρρρεάζει την τιμολογιακή πολιτική του ξενοδοχείου. Τα περισσότερα προβλήματα προκύπτουν στις περιπτώσεις που το ξενοδοχείο δίνει το δωμάτιο σε τιμές net, και ο κάθε μεταπωλητής προσθέτει το δικό του περιθώριο κέρδους (mark up). Στην συνέχεια θα δούμε την επίδραση των παραπάνω σχέσεων στην τιμολογιακή πολιτική και στο online distribution.
To άρθρο αυτό δημοσιεύτηκε στο Tornos News.